Τρίτη 19 Απριλίου 2016

Πάσχα ἢ Λαμπρή;

Ἀνάτυπον ἐκ τοῦ Φιλοσοφικοῦ καὶ Μυητικοῦ
Δελτίου "Λόγος, Εἶναι καὶ Γίγνεσθαι."
Ἀθῆναι, Δώρου 95. (Μάρτιος 2009.)  
1η. τοῦ Νοός 102ου. Ἐωνικοῦ ἔτους, τῆς Βουλήσεως.
19η. Ἀπριλίου 2016, ἡμέρα Τρίτη.
    Μία ἱστορικὴ καὶ ἐτυμολογικὴ διαδρομὴ διὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῆς ὀρθῆς χρήσεως τῶν λέξεων, διότι:
«ἀρχὴ σοφίας ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις.»
  Ἀντισθένης.
   Ὅλοι ἐνθυμούμεθα ὅτι ἕως καὶ πρὶν ὀλίγα ἔτη ἡ λέξις Λαμπρὴ κυριαρχοῦσε εἰς τὸ λεξιλόγιον τῶν ἁγίων αὐτῶν ἡμερῶν.
Χαρακτηριστικῶς ἐνθυμοῦμαι τὴν γιαγιά μου νὰ ἀναφέρεται σὲ λαμπριάτικα ῥοῦχα, ἐννοῶντας τὰ "καλά" φορέματα, λαμπριάτικο "μποναμά" γιὰ τὰ παιδιά, λαμπριάτικα ἐδέσματα, εἰς τὸ τὶ θὰ κάνουμε τὴν Λαμπρὴ κλπ. κλπ.
   Οὐδέποτε ἐνθυμοῦμαι τὴν γιαγιά μου νὰ χρησιμοποιῇ τὴν λέξι Πάσχα.
Σιγά, σιγὰ ὅμως παρετηρήθη ἡ σταδιακὴ ἐξάλειψις τῆς λέξεως Λαμπρὴ ἀπὸ τὸ λεξιλόγιον τῶν Μέσων Μαζικῆς Ἐνημερώσεως, ἡ ὁποία φυσικὰ πέρασε στὸν κόσμο καὶ σπανίως πλέον ἀκούει κανεὶς περὶ Λαμπρῆς.
Ὅλοι πλέον εὔχονται «καλὸ Πάσχα», συζητοῦν περὶ τῶν σχεδίων των γιὰ τὸ Πάσχα, μιλοῦν γιὰ πασχαλιάτικα ἐδέσματα, ἐκδρομές, ταξίδια, κλπ.

   Ἡ παροῦσα μικρὴ ἐργασία δὲν θὰ ἀναλύσῃ τὸ γιατὶ παρατηρεῖται ἡ μεταστροφὴ αὐτή, ἀλλὰ θὰ ἀσχοληθῇ μὲ τὸ ποία λέξις εἶναι ἡ πλέον ἐνδεδειγμένη διὰ νὰ χρησιμοποιῆται.
Αὐτὸ θὰ γίνῃ μελετῶντας τὴν ἐτυμολογία τῆς λέξεως «πάσχα», καθὼς φυσικὰ καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων αὐτῶν ἡμερῶν.

   Κυρία πηγὴ τῶν πληροφοριῶν μας ἀποτελεῖ τὸ λῆμμα "Πάσχα" τῆς Ἐγκυκλοπαιδείας τοῦ Π. Δρανδάκη. [i]
Διαβάζουμε λοιπὸν εἰς τὸ προαναφερθὲν λῆμμα ὅτι ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα ἑορτάζετο ἀρχικὰ εἰς τὴν Αἴγυπτον. Ἡ λέξις προέρχεται ἀπὸ τὸ αἰγυπτιακὸ «Πισάχ» τὸ ὁποῖον σημαίνει τὴν «διάβασιν τοῦ Ἡλίου διὰ τοῦ Ἰσημερινοῦ».
   Ἡ ἑορτὴ λοιπὸν τοῦ Πισάχ εἶχε νὰ κάνῃ μὲ τὴν Ἄνοιξιν καὶ συγκεκριμένως μὲ τὴν Ἐαρινὴν Ἰσημερίαν (21ην Μαρτίου), ὅπου καὶ ἡ ἡμέρα ἄρχεται καθισταμένη μεγαλυτέρα τῆς νυκτὸς καὶ θὰ παραμείνῃ οὕτω δι’ ἓξ (6) περίπου μήνας ἕως τὴν Φθινοπωρινὴν Ἰσημερίαν (23ην Σεπτεμβρίου),  ὅπου ἡ νῦξ κερδίζει χρόνον ἔναντι τῆς ἡμέρας.
   Τὸ Πισάχ πέρασε κατόπιν εἰς τοὺς Ἑβραίους, οἱ ὁποῖοι λόγῳ τῆς μακραίωνος διαμονῆς των εἰς τὴν Αἴγυπτον υἱοθέτησαν καὶ διετήρησαν πολλὰ Αἰγυπτιακὰ ἤθη καὶ ἔθιμα. Μάλιστα ὁ Μωϋσῆς, μαθαίνουμε ὅτι προσεπάθησε νὰ καταργήσῃ ἀρκετὰ ἀπὸ αὐτά.
Τὴν ἑορτὴν τοῦ Πισὰχ δὲν κατάφερε νὰ τὴν καταργήσῃ ἀλλὰ τὴν διετήρησεν ἀλλάζοντάς της τόσον τὴν ἔννοιαν, ὅσον καὶ τὸ περιεχόμενο. Ἀντὶ δηλαδὴ τῆς ἑορτῆς διαβάσεως τοῦ Ἡλίου ἐκ τοῦ Ἰσημερινοῦ τὴν μετέτρεψεν εἰς ἑορτὴν διαβάσεως τῶν Ἑβραίων ἐκ τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης.
Οὕτως ἤρχισεν ἡ χρῆσις τοῦ ἑβραϊκοῦ «Πεσσάχ» ἀντὶ τοῦ Αἰγυπτιακοῦ «Πισάχ».

   Ἐρχόμεθα τώρα εἰς τὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρόνια.
Ἡ ἑορτὴ τοῦ Πεσσὰχ (> Πάσχα) συνέχισε νὰ ἔχῃ τὴν αὐτὴν μορφήν, ἤτοι τὴν ἑβραϊκὴν ἑορτήν, ἀνάμνησιν τῆς διαβάσεως τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης.
   Ἡ ἐγκυκλοπαίδεια μᾶς ἐνημερώνει :
Οἱ ἐκχριστιανισθέντες Ἑβραῖοι προσκείμενοι ἀκόμη εἰς τὴν Συναγωγὴν καὶ τὸν Ναόν, κατὰ τὰς ἀντιλήψεις τοῦ Πέτρου, ἐξηκολούθουν τὴν ἑορτήν, ἐπικράτησεν ὅμως ἡ πολιτικὴ τοῦ Παύλου, ὅστις ἐπεδίωξε νὰ καταστήσῃ τὸν χριστιανισμὸν παγκόσμιον θρησκείαν καὶ οὐχὶ νὰ τὸν ἀφήσῃ ὡς ἦτο, αἵρεσις τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ.
   Πρὸς τούτοις ὁ Παῦλος διὰ πολλῶν ῥηξικελεύθων μέτρων κατόρθωσε νὰ ἀποσπάσῃ τὴν Ἑβραϊκὴν αἵρεσιν, τὸν Χριστιανισμόν, ἐκ τῆς Συναγωγῆς.
Οὕτω μετεσχηματίσθη πάλιν ἡ ἔννοια τῆς ἑορτῆς εἰς «Πάσχα τῶν ἐκχριστιανισθέντων Ἑβραίων» τὸ ὁποῖον πλέον ἐσήμαινε «τὴν διάβασιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπὸ τοῦ θανάτου τῆς ἁμαρτίας εἰς τὴν ζωὴν τῆς ἀληθείας, διὰ τῆς Ἀναστάσεως».
   Εἰς τοῦτο ἐβοήθησεν πολύ, τὸν Παῦλο, τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἔπαθεν κατὰ τὴν ἑβραϊκὴν ἑορτήν, «προσενεχθεὶς Αὐτὸς ἀμνὸς ὧν, εἰς θυσίαν λυτρώσεως».
Οὕτω διετηρήθη καὶ πάλιν ἡ ὀνομασία Πάσχα.
   Ἐξ’ αὐτῶν καταδεικνύεται προσέτι σαφῶς, πὼς ἡ ἐκ τοῦ ῥήματος «πάσχω» ἐτυμολόγησις εἶναι ὅλως λανθασμένη, ἔχουσα ἀξίαν μόνον λογοπαιγνίου. [ii]

   Εἰς τὸ σημεῖον αὐτὸ ὑπάρχει διένεξις μεταξὺ τῶν εἰδικῶν καὶ τῶν θεολόγων, ἐὰν δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἑόρτασε τὸ Πάσχα τῶν Ἑβραίων ἢ ὄχι.
Εἰς τὴν διένεξιν βοηθοῦν σημεῖά τινα, κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον διφορούμενα, μεταξὺ τῶν Εὐαγγελιστῶν. Ἡ βασικὴ ὅμως θέσις τῶν θεολόγων εἶναι ἡ ἑξῆς : 
   «Ὁ Κύριος ἐτέλεσεν τὸν Μυστικὸν Δεῖπνον καὶ οὐχὶ τὸ «νομικὸν πάσχα»[iii], τὸ τῶν ἑβραίων Πάσχα, ἀλλὰ τὸ χριστιανικόν, θεμελιώσας οὕτω τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας». [iv]
   Ἄρα οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος καὶ φυσικὰ τὸ "νέον μυστήριον", τὸ τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μὲ τὸ Πάσχα τῶν Ἑβραίων.
   Ἂς συνοψίσωμεν τώρα τὰ προηγηθέντα καὶ ἂς συσχετίσωμεν αὐτὰ μὲ τὸ ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ ῥηθὲν:
«Ἐγώ εἰμι τὸ Φῶς καὶ ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωὴ.» [v]

1.      λέξις Πάσχα προέρχεται ἀπὸ τὸ αἰγυπτιακὸ «Πισάχ» τὸ ὁποῖο, ὡς εἴπομεν, ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν Ἐαρινὴν Ἰσημερίαν.
2.      λέξις δὲν εἶναι ἑλληνική καὶ δὲν προέρχεται ἐκ τοῦ «πάσχω».
3.      Ἐπειδὴ Χριστὸς καὶ οἱ Ἀπόστολοι, ὡς γνωστόν, ἐδίδαξαν εἰς τὴν "κοινὴν Ἑλληνικήν" δεν εἶχαν σύγχυσιν μεταξὺ τοῦ «πάσχα» καὶ «πάσχω». Μάλιστα ὁ Ἰωάννης γράφει χαρακτηριστικά: «... πάσχα, ἡ ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων.» (Ἰωάν. 6.4.)
4.      Ἡ λέξις «πάσχα» δὲν ἔχει νὰ κάνῃ μὲ τὸ θεῖον Φῶς, τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ τὸ ὁποῖον συμβολίζει ἡ Ἀνάστασίς Του.
5.        Ὁ Χριστός, ὅπως σαφῶς δεικνύουν καὶ τὰ τέσσαρα Εὐαγγέλια, ὄχι μόνον δεν ἑόρτασε τὸ Ἰουδαϊκὸ Πάσχα, ἀλλὰ τὸ ἀντικατέστησε θεσπίζων τὸν "Μυστικὸν Δεῖπνον", τὴν «ἀναίμακτον θυσίαν»:
α.  Ζητᾶ νὰ τηρῆται ὡς ἡ νέα, ἡ "καινή διαθήκη". «... τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν. ... ... τοῦτο τὸ ποτήριον ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί μου, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν ἐκχυνόμενον...»  (Λουκᾶς 22.20.)
β.  Ἀντικαθιστᾶ τὴν ἐπιβαλομένην ἐκ τοῦ Ἑβραϊκοῦ νόμου "αἱματίνη θυσία τοῦ ἀρνίου", Νόμος τοῦ Πάσχα [vi], προσφέρων τὸ δικό Του αἷμα. [Εἰς λύτρωσιν «ἐκ τῆς κατάρας τοῦ (Μωσαϊκοῦ) Νόμου», ὡς λέγει ὁ Παῦλος. (Σ.τ.Σ.) [vii]]
γ.  Ὁ Χριστὸς καταργεῖ τὸν Μωσαϊκό Νόμο, «τον νόμο», καὶ συνεπῶς καὶ αὐτὸν τὸν «νόμο τοῦ πάσχα». (Σ.τ.Σ.): «Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται…» (Λουκ. 16.16.) καὶ θέτει ὡς Νόμον τὴν θείαν Ἀγάπην Του. «ἐντολὴν καινὴν δίδωμι ὑμῖν (εἰς τοὺς Μαθητάς Του) ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους.» (Ἰωάν.13.34.) Ἰδὲ καὶ [viii]
Περὶ δὲ τοῦ Νόμου Του λέγει: «ὁ ἀθετῶν ἐμὲ καὶ μὴ λαμβάνων τὰ ῥήματά μου, ἔχει τὸν κρίνοντα αὐτόν· ὁ λόγος ὃν ἐλάλησα, ἐκεῖνος κρινεῖ αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ·»  (Ἰωάν.12.48.)
6.  Τέλος ἡ λέξις «πάσχα», ὡς Χριστιανικὴ ἑορτή, ἔχει μετασχηματισθῆ εἰς κάτι ξένον ὡς πρὸς τὴν Ἰουδαϊκὴν ἑορτὴν, ἥτις καὶ ἐσήμαινε ἕνα συγκεκριμένο γεγονὸς εἰς τὴν ἱστορίαν τοῦ Ἰσραήλ. Μάλιστα τὸ γεγονὸς αὐτὸ οὐδεμίαν σχέσιν ἔχει μὲ τὸ φαινόμενον ἢ καλύτερον μὲ τὸ Μυστήριον τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
   Ἡ Ἀνάστασις εἰς τὸ φυσικὸν ἐξωτερικὸν ἐπίπεδον εὔκολα ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ὅτι συμβολίζεται μὲ τὴν ἀναγέννησιν τῆς Φύσεως, ἡ ὁποία διὰ νὰ γίνῃ χρειάζεται τὸν ζωοδότη καὶ φωτοδότη Ἥλιο. 
Σημαδιακὴ ἡμερομηνία δι’ αὐτὸ τὸ γεγονὸς εἶναι ἡ Ἐαρινὴ Ἰσημερία (21η. Μαρτίου) ὅπως περιεγράφη προηγουμένως.
    Εἰς τὸ ἐσωτερικὸν πεδίον ἡ Ἀνάστασις σημαίνει τὴν ἀναγέννησιν τοῦ ἰδίου τοῦ Ἀνθρώπου, ἡ ὁποία διὰ να γίνῃ χρειάζεται τὴν βοήθειαν τοῦ Ζωοδότου, Λαμπροῦ Ἡλίου – Χριστοῦ, τοῦ Φωτοδότου.
  Ποία λοιπὸν λέξις δύναται καλύτερα νὰ περιγράψῃ τὴν Ἑορτὴν τῆς Ἀναστάσεως ἐκτὸς ἀπὸ τὴν λέξι Λαμπρή;

   Εἰς αὐτὸ τὸ σημεῖον εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ ἐξετασθῇ ποίαν λέξιν χρησιμοποιοῦν οἱ ἀγγλοσάξονες διὰ τὴ Λαμπρή, διότι εἰς τὴν Ἀγγλικὴν διατηροῦνται πολλὲς λέξεις τῆς ἑλληνικῆς αὐτούσιες καὶ μάλιστα μὲ τὴν ἀρχική τους ἔννοια καὶ γραφή.
Οἱ ἀγγλοσάξονες λοιπὸν δὲν χρησιμοποιοῦν τὴν λέξι «πάσχα», τὴν ὁποία κακῶς χρησιμοποιοῦμε ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες. Παρομοίως μὲ ἐμᾶς οἱ Γάλλοι ἔχουν τὴν Pâque, οἱ Ἰσπανοὶ τὴν Pascua κλπ., ἀλλὰ οἱ ἀγγλοσάξονες ἔχουν τὴν λέξιν Easter.
   Ἴσως ἐκ πρώτης ὄψεως ἡ λέξις Easter προκαλεῖ ξάφνιασμα καὶ ἀπορία καὶ αὐτὸ εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρον.
Ἂς δοῦμε λοιπὸν τὶ πληροφορίες μᾶς δίδει καὶ τὶ μᾶς διδάσκει ἡ ἐτυμολογία αὐτῆς τῆς λέξεως.
    Πράγματι, ὅπως ἐκ πρώτης ὄψεως δεικνύει ἡ λέξις Εaster, ἔχει να κάνει μὲ τὴν Ἀνατολή, μιᾶς καὶ εἰς τὰ ἀγγλικὰ αὐτὸ ἀκριβῶς σημαίνει· τὴν Ἀνατολήν.
Ὅμως γιατὶ σημαίνει ἀνατολὴ καὶ πῶς συνδέεται μετ’ αὐτῆς ἱστορικά; 

   Στὴν «Βικιπαιδεία», τὴν ἐλεύθερη διαδικτυακὴ ἐγκυκλοπαιδεία, στὸ λῆμμα Eostre διαβάζουμε: «Eostre εἶναι τὸ ὄνομα Ἄγγλο-Σαξονικῆς θεότητος ἡ ὁποία συναντάται εἰς τὶς γερμανικὲς γλῶσσες ὡς Ostara.
   Ὁ ὅρος Εaster τῶν συγχρόνων ἀγγλικῶν προέρχεται ἀπὸ τὸ Εastre τῶν παλαιοτέρων ἀγγλικῶν, ὅρος ποὺ ἀνεπτύχθη πρὸ τοῦ 899 μ.Χ.
Ὁ ὅρος ἀναφέρεται εἰς τὴν θεὰν Eostre ἡ ὁποία ἑορτάζετο τὴν Ἐαρινὴν Ἰσημερίαν καὶ εἶναι συγγενὴς μὲ τοὺς ἀρχαίους γερμανικοὺς ὅρους ostarun καὶ εἰς τὰ νέα γερμανικὰ ostern.
   Ὁ παλαιὸς Ἀγγλικὸς τύπος Εastre τελικὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ east ποὺ σημαίνει «τὴν πρὸς ἀνατολὰς διεύθυνσιν».  Τοῦτο δεικνύει ὅτι ἀρχικῶς ἀνεφέρετο εἰς θεότητα συνδεδεμένην μετὰ τῆς Αὐγῆς.
   Σχετικὲς παραδόσεις διαπιστώνουμε καὶ εἰς τὴν Ῥωμαϊκὴν θεότητα Aurora, ὡς καὶ εἰς τὴν Ἑλληνικὴν θεάν «Ἠώ».
    Ἡ «Βικιπαιδεία» γράφει : «Τὸ Eostre ἐτυμολογεῖται ἐκ τῆς πρωτογερμανικῆς ῥίζης aews, ποὺ σημαίνει φωτίζω καὶ εἰδικὰ τὸ ξημέρωμα καὶ σχετίζεται μὲ τὸ ἑλληνικὸ Ἠῶ».

    Διὰ νὰ συμπληρωθῇ τὸ ἐτυμολογικὸ «πάζλ» ἂς καταφύγωμεν καὶ πάλιν εἰς τὴν Ἐγκυκλοπαιδεία τοῦ Π. Δρανδάκη[ix], ἡ ὁποία εἰς τὸ λῆμμα «Ἠὼς» λέγει ὅτι ἡ θεὰ Ἠὼς ἐγράφετο καὶ ὡς Ἕως ἢ Αὔως. Ἐπίσης ἀναφέρει ὅτι ἐλέγετο καὶ Ἠριγένεια[x] δηλαδὴ ἡ γενηθεῖσα τὸ πρωί, τὴν Αὐγή, τὴν Ἠῶ, τὸ πρωινὸ φῶς, ὅρος ἐκ τοῦ ὁποίου προέρχεται τὸ λατινικὸ Aurora. [xi]

Ανακεφαλαιώνοντας, ἀναφέρομεν ἐπιγραμματικῶς τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς παρούσης ἐρεύνης:
1.      Ἡ λέξις «πάσχα» εἶναι αἰγυπτιακῆς προελεύσεως καὶ ἐσχετίζετο μὲ τὴν ἐαρινὴν ἰσημερίαν.
2.      Οἱ Ἑβραῖοι ἐκράτησαν τὸ ὄνομα, ἤλλαξαν ὅμως διὰ τοῦ  Μωυσέως τὴν οὐσίαν τῆς ἑορτῆς.
3.      Ὁ Χριστὸς σαφῶς δεν ἑόρτασεν τὸ ἑβραϊκὸν Πάσχα, τὸ ἀναφερόμενον ὡς «νομικὸν πάσχα», ὡς καθοριζόμενον ἐκ τοῦ Νόμου τοῦ Μωυσέως. Ἀντὶ αὐτοῦ μάλιστα ἐκαθιέρωσεν τὸ «μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας».
4.      Ὁ Χριστὸς διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του ἐπανέφερε τὴν ἀρχικὴν ἔννοιαν τῆς ἑορτῆς τῆς Ἐαρινῆς Ἰσημερίας δηλαδὴ τῆς ἐπανόδου τοῦ Φωτὸς ὄχι ὅμως τοῦ ἁπλοῦ, τοῦ φυσικοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς καὶ τῆς ἁπλῆς ἀναγεννήσεως τῆς φύσεως, ἀλλὰ τοῦ Φωτὸς τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἀναγεννήσεως τοῦ Ἀνθρώπου.
5.      Οἱ Ἀγγλοσάξονες ἔχουν διατηρήσει αὐτὴν τὴν παράδοσιν, σαφῶς ὑποδηλουμένη εἰς τὴν λέξιν τὴν ὁποία καὶ χρησιμοποιοῦν καὶ ἡ ὁποία βέβαια δὲν εἶναι Πάσχα ἀλλὰ Easter – Eoster. 
6.      Ἡ λ. αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλο τι ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ θεὰν τῆς αὐγῆς Ἠώς, ἥτις δεικνύει αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ ὁποῖον φέρνει ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἀνάστασίν Του ἤτοι τὸ Φῶς τῆς ἐν Πνεύματι "Αὐγῆς", τὴν Ἠῶ, τὴν ἐποχὴ τοῦ ἐν τῷ Φωτὶ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου, τοῦ Ἀνθρώπου τοῦ Φωτός, τοῦ Λάμποντος καὶ Λαμπρίνοντος Ἀνθρώπου τῆς Λαμπρῆς.
Ταχύς.
© Copyright Ἱστολογίου Ὑπατία.
Δὲν ἐπιτρέπεται οὔτε κἂν ἡ περιορισμένη ἀντιγραφὴ
καὶ χρῆσις τῶν ἄρθρων τῆς παρούσης ἱστοσελίδος, παρὰ μόνον
διὰ ἰδιωτικὴν - ἀτομικὴν χρῆσιν, ὑπὸ τὴν ῥητὴν Ὑποχρέωσιν καὶ πάλιν
τοῦ ἐνεργοῦντος, νὰ ἀναφέρῃ τὸν Συγγραφέα,
καθώς καὶ τὴν πηγὴν προελεύσεως, ὡς ὁ νόμος ὁρίζει.


[i]  Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία Π. Δρανδάκη, τόμος ΙΘ, σελίδες 772–775, ἐκδοτικὸς ὀργανισμὸς «ὁ Φοῖνιξ» Ε.Π.Ε.  Ἀρθρογράφος Γ. Λ. Ἀρβανιτάκης Αἰγυπτιολόγος, Διευθυντὴς Βιβλιοθήκης Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν.
[ii]  Εἰς τὸ αὐτὸ λῆμμα, σελὶς 773 στήλη α΄.
[iii]  (Σ.τ.Σ.) «Νομικὸν πάσχα»: Ἑβραϊκὴ ἑορτὴ ἡ ὁποία γίνεται συμφώνως μὲ τὰ ὁριζόμενα ἀπὸ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο. Ἐξ’ αὐτοῦ ἀκριβῶς ἔλαβε τὸ ὄνομα "νομικόν" πάσχα. (Περὶ αὐτοῦ δὲς ἐκτενῶς εἰς τὴν ὑποσημείωσιν 8.)
[iv]  (Σ.τ.Σ.) Εὐαγγέλια: Ματθ.26.26-29,  Μάρκ.14.22-25,  Λουκ.22.16-20.
[v] (Σ.τ.Σ.) Σχετιικῶς ὁ Ἰωάννης ἀναφέρει τὶ ἔλεγεν ὁ Ἰησοῦς Χριστός:
«7 Εἶπεν οὖν πάλιν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐγώ εἰμι ἡ θύρα τῶν προβάτων. 8 πάντες ὅσοι ἦλθον πρὸ ἐμοῦ, κλέπται εἰσὶ καὶ λῃσταί· ἀλλ’ οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τὰ πρόβατα. 9 ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι’ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει. 10 ὁ κλέπτης οὐκ ἔρχεται εἰ μὴ ἵνα κλέψῃ καὶ θύσῃ καὶ ἀπολέσῃ· ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν. 11 ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός. ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων· 12 μισθωτὸς δὲ καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσὶ τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησι τὰ πρόβατα καὶ φεύγει· καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα. 13 ὁ δὲ μισθωτὸς φεύγει, ὅτι μισθωτός ἐστι καὶ οὐ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων. 14 ἐγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαι ὑπὸ τῶν ἐμῶν,» [Ἰωὰν. κεφ.10.]
   Ἐπίσης εἰς τὸ Εὐαγγ. Ἰωὰννου, κεφ.14:
«5 Λέγει αὐτῷ Θωμᾶς· Κύριε, οὐκ οἴδαμεν ποῦ ὑπάγεις· καὶ πῶς δυνάμεθα τὴν ὁδὸν εἰδέναι; 6 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι’ ἐμοῦ. 7 εἰ ἐγνώκειτέ με, καὶ τὸν πατέρα μου ἐγνώκειτε ἄν· καὶ ἀπ’ ἄρτι γινώσκετε αὐτὸν καὶ ἑωράκατε αὐτόν. 8 Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν. 9 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Τοσούτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα; 10 οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστι; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, ἀπ’ ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ· ὁ δὲ πατὴρ ὁ ἐν ἐμοὶ μένων αὐτὸς ποιεῖ τὰ ἔργα. 11 πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί· εἰ δὲ μή, διὰ τὰ ἔργα αὐτὰ πιστεύετέ μοι. 12 ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ, τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καὶ μείζονα τούτων ποιήσει, ὅτι ἐγὼ πρὸς τὸν πατέρα μου πορεύομαι, 13 καὶ ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω, ἵνα δοξασθῇ ὁ πατὴρ ἐν τῷ υἱῷ. 14 ἐάν τι αἰτήσητέ με ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ ποιήσω.»
[vi]  (Σ.τ.Σ.) «Θύσατε τὸ Πάσχα»: [21 ᾿Εκάλεσε δὲ Μωυσῆς πᾶσαν γερουσίαν υἱῶν ᾿Ισραὴλ καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἀπελθόντες λάβετε ὑμῖν αὐτοῖς πρόβατον κατὰ συγγενείας ὑμῶν καὶ θύσατε τὸ πάσχα. 22 λήψεσθε δὲ δέσμην ὑσσώπου, καὶ βάψαντες ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ παρὰ τὴν θύραν καθίξετε τῆς φλιᾶς καὶ ἐπ᾿ ἀμφοτέρων τῶν σταθμῶν ἀπὸ τοῦ αἵματος, ὅ ἐστι παρὰ τὴν θύραν· ὑμεῖς δὲ οὐκ ἐξελεύσεσθε ἕκαστος τὴν θύραν τοῦ οἴκου αὐτοῦ ἕως πρωΐ. 23 καὶ παρελεύσεται Κύριος πατάξαι τοὺς Αἰγυπτίους καὶ ὄψεται τὸ αἷμα ἐπὶ τῆς φλιᾶς καὶ ἐπ᾿ ἀμφοτέρων τῶν σταθμῶν, καὶ παρελεύσεται Κύριος τὴν θύραν καὶ οὐκ ἀφήσει τὸν ὀλοθρεύοντα εἰσελθεῖν εἰς τὰς οἰκίας ὑμῶν πατάξαι. 24 καὶ φυλάξασθε τὸ ρῆμα τοῦτο νόμιμον σεαυτῷ, καὶ τοῖς υἱοῖς σου ἕως αἰῶνος. 25 ἐὰν δὲ εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν, ἣν ἂν δῷ Κύριος ὑμῖν, καθότι ἐλάλησε, φυλάξασθε τὴν λατρείαν ταύτην. 26 καὶ ἔσται ἐὰν λέγωσι πρὸς ὑμᾶς οἱ υἱοὶ ὑμῶν· τίς ἡ λατρεία αὕτη; 27 καὶ ἐρεῖτε αὐτοῖς· θυσία τὸ πάσχα τοῦτο Κυρίῳ, ὡς ἐσκέπασε τοὺς οἴκους τῶν υἱῶν ᾿Ισραὴλ ἐν Αἰγύπτῳ, ἡνίκα ἐπάταξε τοὺς Αἰγυπτίους, τοὺς δὲ οἴκους ἡμῶν ἐρρύσατο. καὶ κύψας ὁ λαὸς προσεκύνησε. 28 καὶ ἀπελθόντες ἐποίησαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ καθὰ ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ καὶ ᾿Ααρών, οὕτως ἐποίησαν. 29 ᾿Εγενήθη δὲ μεσούσης τῆς νυκτὸς καὶ Κύριος ἐπάταξε πᾶν πρωτότοκον ἐν γῇ Αἰγύπτῳ, ἀπὸ πρωτοτόκου Φαραὼ τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου ἕως πρωτοτόκου τῆς αἰχμαλωτίδος τῆς ἐν τῷ λάκκῳ καὶ ἕως πρωτοτόκου παντὸς κτήνους. 30 καὶ ἀναστὰς Φαραὼ νυκτὸς καὶ οἱ θεράποντες αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ Αἰγύπτιοι καὶ ἐγενήθη κραυγή μεγάλη ἐν πάσῃ γῇ Αἰγύπτῳ· οὐ γὰρ ἦν οἰκία, ἐν ᾗ οὐκ ἦν ἐν αὐτῇ τεθνηκώς. 31 καὶ ἐκάλεσε Φαραὼ Μωυσῆν καὶ ᾿Ααρὼν νυκτὸς καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ἀνάστητε καὶ ἐξέλθετε ἐκ τοῦ λαοῦ μου καὶ ὑμεῖς καὶ οἱ υἱοὶ ᾿Ισραήλ· βαδίζετε καὶ λατρεύσατε Κυρίῳ τῷ Θεῷ ὑμῶν, καθὰ λέγετε·]  (Π.Δ. Έξοδος ΙΒ.)
   Νόμος τοῦ Πάσχα, τὰ ἄζυμα καὶ ἡ περιτομὴ.
[41 καὶ ἐγένετο μετὰ τὰ τετρακόσια τριάκοντα ἔτη, ἐξῆλθε πᾶσα ἡ δύναμις Κυρίου ἐκ γῆς Αἰγύπτου νυκτός. 42 προφυλακή ἐστι τῷ Κυρίῳ, ὥστε ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου· ἐκείνη ἡ νὺξ αὕτη προφυλακὴ Κυρίῳ, ὥστε πᾶσι τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ εἶναι εἰς γενεὰς αὐτῶν. 43 Εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν καὶ ᾿Ααρών· οὗτος ὁ νόμος τοῦ πάσχα· πᾶς ἀλλογενὴς οὐκ ἔδεται ἀπ᾿ αὐτοῦ· 44 καὶ πάντα οἰκέτην ἢ ἀργυρώνητον περιτεμεῖς αὐτόν, καὶ τότε φάγεται ἀπ᾿ αὐτοῦ· 45 πάροικος ἢ μισθωτὸς οὐκ ἔδεται ἀπ᾿ αὐτοῦ. 46 ἐν οἰκίᾳ μιᾷ βρωθήσεται, καὶ οὐκ ἐξοίσετε ἐκ τῆς οἰκίας τῶν κρεῶν ἔξω· καὶ ὀστοῦν οὐ συντρίψετε ἀπ᾿ αὐτοῦ. 47 πᾶσα συναγωγὴ υἱῶν ᾿Ισραὴλ ποιήσει αὐτό. 48 ἐὰν δέ τις προσέλθῃ πρὸς ὑμᾶς προσήλυτος ποιῆσαι τὸ πάσχα Κυρίῳ, περιτεμεῖς αὐτοῦ πᾶν ἀρσενικόν, καὶ τότε προσελεύσεται ποιῆσαι αὐτὸ καὶ ἔσται ὥσπερ καὶ ὁ αὐτόχθων τῆς γῆς· πᾶς ἀπερίτμητος οὐκ ἔδεται ἀπ᾿ αὐτοῦ. 49 νόμος εἷς ἔσται τῷ ἐγχωρίῳ καὶ τῷ προσελθόντι προσηλύτῳ ἐν ὑμῖν. 50 καὶ ἐποίησαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ καθὰ ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ καὶ ᾿Ααρὼν πρὸς αὐτούς, οὕτως ἐποίησαν. 51 καὶ ἐγένετο ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ἐξήγαγε Κύριος τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ ἐκ γῆς Αἰγύπτου σὺν δυνάμει αὐτῶν.(Π.Δ. Έξοδος ΙΒ.)
[vii]  (Σ.τ.Σ.)  Ὁ Παῦλος εἰς τὴν συναγωγὴν τῆς Γαλατίας λέγει:
«Ὦ ἀνόητοι Γαλάται, τίς ὑμᾶς ἐβάσκανε τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθαι, οἷς κατ’ ὀφθαλμοὺς Ἰησοῦς Χριστὸς προεγράφη ἐν ὑμῖν ἐσταυρωμένος;» καὶ συνεχίζει:  «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα· γέγραπται γάρ· ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου·»  (Γαλάτ. 3.1,13.)
   Ὁ Παῦλος δι’ ἑαυτὸν λέγει:
«Παῦλος, ἀπόστολος οὐκ ἀπ’ ἀνθρώπων, οὐδὲ δι’ ἀνθρώπου, ἀλλὰ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ πατρὸς τοῦ ἐγείραντος αὐτὸν ἐκ νεκρῶν, καὶ οἱ σὺν ἐμοὶ πάντες ἀδελφοί, ταῖς ἐκκλησίαις τῆς Γαλατίας·»  (Γαλάτ. 1.1,2.)
[viii]  (Σ.τ.Σ.) «ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει φῶς εἶδεν μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς.»  (Ματθ.4.16.)
[ix]   Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία τοῦ Π. Δρανδάκη, τόμος ΙΒ σελίδες 424-425. Ἀρθρογράφος Γ. Δ. Καψάλης, Πρόεδρος Ἐκπαιδευτικοῦ Συμβουλίου.
[x]  (Σ.τ.Σ.)  Ἠριγένεια : τὸ πρόθεμα «Ἤρι» καὶ «Ἔρι» ὡς σημειώνει ὁ διαπρεπὴς Φιλόλογος  Παναγὴς Λεκατσάς, σημαίνει Ζωή.  Ὅθεν τὸ ὄνομα Ἠριγένεια (< Ἠρι+γένος) δεικνύει τὴν θεία Γεννήτορα καὶ Τροφὸ Ἠῶ, τὴν δίδουσαν Ζωὴν εἰς τὰ γένη, τὰ εἴδη. [θέμα «γένος» >  γένα, γενεά, γένεσις, γένος, γόνος, ἔθνος, πάτρα, ῥίζωμα, σπορά, φάτρα, φύῃ, φυλή, φῦλον, φύσις, φύτρα, κλπ]
[xi]   Εἰς τὸ αὐτὸ λῆμμα Ἠώς, τῆς ἐγκυκλοπαιδείας τοῦ Π. Δρανδάκη, τόμος ΙΒ σελ. 425, στήλη β΄.
(Σ.τ.Σ.)   Ἐπιπροσθέτως πρέπει νὰ σημειώσωμεν ὅτι ἡ Λατινικὴ λ. Aurora εἶναι δάνειον ἐκ τῆς Ἑλληνικῆς λέξεως «αὔρα», ἡ ὁποία κυριολεκτικῶς σημαίνει "πνοὴ θείας ἐνεργείας".